ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ
Όνειρα… όνειρα… φλόγες μακρινές μου…
Η Άννα είναι μόλις 24 ετών. Πρόσφατα τελείωσε το μαθηματικό στην Πάτρα. Αφού εκεί δεν βρήκε δουλειά , επέστρεψε στον τόπο όπου μεγάλωσε , μια μικρή , φιλήσυχη επαρχιακή πόλη. Τα τελευταία δύο χρόνια παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα ψάχνοντας παράλληλα και άλλες εργασιακές διεξόδους.
Η ζωή κυλά ήρεμα στη μικρή πόλη. Η Άννα περνά πολλές ώρες στο σπίτι. Δεν έχει πολλές παρέες. Οι έξοδοί της είναι περιορισμένες. Κάθε πρωί βγαίνει στην αγορά για μικροθελήματά της μάνας της και εκκρεμότητες της οικογένειας. Οι περισσότεροι φίλοι της δεν έχουν τελειώσει τις σπουδές και η Άννα συναντά στο δρόμο συγγενείς και απλούς γνωστούς με τους οποίους η αλήθεια είναι ότι έχει μια καλή αλλά τυπική επικοινωνία. Εξάλλου δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά καθώς πολλοί από αυτούς της απευθύνουν το λόγο κινούμενοι στο ίδιο μοτίβο έκφρασης επαναλαμβάνοντας στερεότυπες φράσεις. «Τι κάνεις; Έχεις δυο τρία παιδάκια έτσι ίσα ίσα για να βγάζεις τα έξοδά σου; Κοίτα να βρεις έναν άντρα να παντρευτείς. Δε βλέπεις πώς ήρθαν τα πράγματα; Τι κατάλαβες και συ που έφαγες τα μάτια σου τόσα χρόνια πάνω από τα βιβλία;
Η αλήθεια είναι ότι η Άννα ενοχλείται γιατί οι περισσότεροι δεν περιμένουν καν να τους δώσει απάντηση. Νιώθει άβολα γιατί η απογοήτευση που εκπέμπουν τα λόγια εκείνων δε φαίνεται να κατακλύζει τη νεανική ψυχή της και έτσι πρέπει να είναι τουλάχιστον συγκαταβατική απέναντί τους. Απορεί για το πώς νιώθουν πραγματικά, το πώς σκέφτονται όλοι αυτοί που τη ρωτούν. Κάποιες φορές θέλει να δώσει μια αποστομωτική απάντηση απέναντι σε κάθε ερώτηση που ξεχειλίζει από μιζέρια.
Ώρες ώρες ανατριχιάζει όταν συνειδητοποιεί την τύχη ενός ανθρώπου που με τον ένα ή τον άλλον τρόπο καταλήγει να ζήσει στην επαρχία. Η μιζέρια και ο συμβιβασμός απέναντι στα προσωπικά όνειρα έχει αντικατασταθεί από μια ατέρμονη ρουτίνα με επικίνδυνες προεκτάσεις. Η προσωπική αποτυχία ή η παραίτηση από την ουσιαστική ζωή συχνά λοιπόν ξεχνά τον υπαίτιο και χρεώνεται στην αποτυχία του άλλου μειώνοντας πολλές φορές την επιτυχία του. Τελικά συνειδητοποιεί η Άννα στις μικρές κοινωνίες όπου η ρουτίνα, η μονοτονία και η μιζέρια εξαφάνισαν τη ζωή απαγορεύεται να ονειρεύεσαι. Ακόμη και αν εκστομίσεις τα όνειρά σου, θα προκαλέσεις αναστάτωση. Κι αν είσαι νέος άνθρωπος και βαρέθηκες να ακούς συνέχεια «εσάς λυπάμαι , τι θα απογίνετε έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα», πρέπει να το υποστείς επιστρατεύοντας όλη την ευγένειά σου.
Η Άννα έχει πολλά όνειρα που δε μπορούν να εγκλωβιστούν σε μια επαρχιακή πόλη ακόμη κι αν τα γεωγραφικά όρια ορθώνουν ανυπέρβλητα εμπόδια. Στο πίσω μέρος του μυαλού της έχει πολλά σχέδια για το μέλλον αλλά δεν τα εξωτερικεύει. Το παραμικρό ψήγμα ονείρου που θα φανερωθεί, θα βρεθεί αντιμέτωπο με μια απάντηση αποκαρδιωτική « Τι τα θες όλα αυτά που μαθαίνεις τώρα; Πού θα σε ωφελήσουν; »
Μέσα της προσπαθεί να δικαιολογήσει τούτη τη συμπεριφορά. Η άγνοια, η αμάθεια γεωγραφικός αποκλεισμός που συνεπάγεται τον αποκλεισμό κάθε δυνατότητας για εναλλαγή παραστάσεων, η αδυναμία και η δειλία των ανθρώπων που δεν έκαναν όσα ήθελαν μαζί με μια ελαφριά δόση ζήλιας συνυπάρχουν στο χωνευτήρι του υποσυνείδητου που αναπαράγει μια σειρά από ενοχές καλά κρυμμένες.
Η Άννα συνειδητοποιεί πως πολλοί τη συμπαθούν γιατί είναι γλυκομίλητη, μετρημένη και ευγενική. Μέσα της όμως έχει μια αμυδρή αίσθηση ότι τη συμπαθούν μεν όταν όμως είναι «υπό». Όταν η είναι η Αννούλα , το κορίτσι της διπλανής πόρτας, το δειλό κορίτσι που δε μπορεί να ανταπεξέλθει επαρκώς στις εκάστοτε περιστάσεις , η κοπέλα που θέλει αλλά δε μπορεί να κάνει ένα βήμα παραπέρα ένεκα βλέπεις των περιστάσεων. Οι φωνές ενθάρρυνσης και επαίνου χάνονται μέσα στην ανάγκη η Άννα να μπει στο ίδιο σακί με τους υπόλοιπους. Τα όρια είναι ασφυχτικά και η Άννα πρέπει να αναπνεύσει στο ρυθμό των άλλων, μια ανάσα που αν δε βγει ταυτόχρονα με των υπόλοιπων κινδυνεύει να σταματήσει.
Δυστυχώς η Άννα υπάρχει παντού, σε μικρές και ενίοτε μεγάλες κοινωνίες όπου όλοι γίνονται μια ιδέα, ένα σώμα, μια μιλιά. Η διαφορετικότητα γίνεται ανεκτή μόνο στο σινεμά, τα όνειρα και οι φιλοδοξίες κρύβονται στο υποσυνείδητο. Μέχρι όμως να ξυπνήσουν οι συνειδήσεις , τα όνειρα θα πηγαίνουν κόντρα στη μιζέρια μόνο κατά τις ώρες του βραδινού ύπνου…
Παναγιώτα Ντέκα
Φιλόλογος
*δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση 127 της εφημερίδας “Μαΐστρος” 26/07/2012
Ακολουθήστε το e-maistros.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις