ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ
Η ανάγκη επικράτησης του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 7ης Ιουλίου

Ο βασικότερος λόγος για τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε στις αυτοδιοικητικές εκλογές είναι η ένδεια στελεχών. Πλην λίγων εξαιρέσεων, δεν είχε καταφέρει να δημιουργήσει διακριτά και διαχρονικά σχήματα όπου θητεύουν άνθρωποι αποφασισμένοι να παραμείνουν στην αυτοδιοίκηση. Οι εξαιρέσεις, βέβαια, υπάρχουν και είναι λαμπρά παραδείγματα.
Αν αναζητήσει κανείς τους λόγους για τους οποίους ηττήθηκε και στις ευρωεκλογές, ήττα η οποία εκκίνησε τις διαδικασίες προκήρυξης πρόωρων εθνικών εκλογών, θα πρέπει να λάβει υπόψη πολλές παραμέτρους. Ανέκαθεν οι ευρωεκλογές αντιμετωπίζονταν με χαλαρότητα όχι μόνο από τους πολίτες οι οποίοι κατεύθυναν τις ψήφους τους και προς μικρότερα κόμματα αλλά και από τα ίδια τα κόμματα τα οποία συχνά θεωρούσαν την πενταετή παραμονή στις Βρυξέλλες είτε “τιμητική” αποστράτευση είτε ανούσια. Η χαλαρότητα της ψήφου συνήθως έπληττε το κυβερνών κόμμα, οπότε το αποτέλεσμα της 26ης Μαΐου όσον αφορά την κατάταξη ήταν προβλέψιμο.
Η αναμενόμενη αρνητική επίδραση της θετικής, παρόλα αυτά, για τα εθνικά συμφέροντα Συμφωνίας των Πρεσπών μάλλον διαχύθηκε σε όλη την επικράτεια με αποτέλεσμα να μην υποστεί ο ΣΥΡΙΖΑ καταβαράθρωση στη Βόρεια Ελλάδα σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα. Είναι προφανές ότι αποδοκιμάστηκε η ασκούμενη κυβερνητική πολιτική και αυτό μπορεί να σχετίζεται τόσο με πλήρη διαφωνία με ό,τι συνολικά έγινε από τον Ιανουάριο του 2015 όσο και με απογοήτευση για το ότι δεν έγιναν περισσότερα ή δεν έγιναν νωρίτερα ή δεν έγιναν ολοκληρωμένα σε σχέση με μια αρχική προσδοκία που μπορεί να υπήρχε κατά περίπτωση.
Αυτό, βέβαια, που σίγουρα είναι εντυπωσιακό είναι το ποιος βγήκε πρώτος σε ψήφους στο ευρωψηφοδέλτιο της ΝΔ και ο προφανής λόγος της πρωτιάς πρέπει να μελετηθεί ώστε να προκύψει κάποιο χρήσιμο και αξιοποιήσιμο συμπέρασμα, καθώς είναι κοινή διαπίστωση πως η κυβέρνηση σε κάποιες περιπτώσεις έχασε επικοινωνιακά είτε γιατί δεν κατέστη δυνατό να ενημερώσει για το έργο που είχε επιτελέσει είτε γιατί δεν το έκανε με αποτελεσματικό τρόπο. Με δεδομένη βέβαια την αντικειμενική αδυναμία να έχει ουσιαστική πρόσβαση στην ενημέρωση των πολιτών, καθώς δεν έχει εκλείψει η υποκειμενική αρνητική προδιάθεση των μέσων μαζικής ενημέρωσης απέναντί της.
Όμως στις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου το διακύβευμα είναι ποιο κόμμα θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων για το σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης και ποιος θα είναι πρωθυπουργός σε αυτή την πολύ κρίσιμη περίοδο. Η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δεν ήταν το θέμα των ευρωεκλογών. Επομένως, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν προεξοφλεί σε καμία περίπτωση το αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών και για αυτό το λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα, τα μέλη, τα στελέχη και ο πρόεδρος προσπάθησαν για μια ακόμη φορά να επικοινωνήσουν τα επιτεύγματα της τετραετίας, το σχεδιασμό για την επόμενη τετραετία, τι αποφεύχθηκε χάρη στην διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τι θα έρθει εξαιτίας πιθανής επανόδου μιας εκδικητικής δεξιάς που έμεινε απρόσμενα έξω από τη νομή της εξουσίας για πάνω από 4 χρόνια.
Είναι, τέλος, άξια αναφοράς η εξαιρετικά μεγάλη αποχή στις διενεργηθείσες εκλογές και η διεξαγωγή των επόμενων εν μέσω θέρους δημιουργεί αποτρεπτικές συνθήκες για να αναμένει κανείς πως το ποσοστό συμμετοχής θα αυξηθεί. Εννοείται ότι η αποχή πλήττει το κύρος των δημοκρατικών διαδικασιών. Εννοείται πως το σύστημα επιδιώκει τη νομιμοποίησή του μέσα από τη συμμετοχή των πολιτών στις εκλογές και ο καθένας δικαιούται να έχει την ιδιαίτερη άποψή του για το θέμα αυτό. Όμως η πραγματικότητα είναι πως η αποχή, ειδικά όταν συμβαίνει από αδιαφορία, αμέλεια ή τιμωρητική διάθεση, αυξάνει το έλλειμμα δημοκρατίας και αυτό πρέπει να μας απασχολήσει όλους. Ερχόμαστε, λοιπόν, όλοι και όλες αντιμέτωποι με τις ευθύνες μας.
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου καλούμαστε να επιλέξουμε αν θα δοθεί στον ΣΥΡΙΖΑ η εντολή να σχηματίσει μια ακόμη κυβέρνηση συνεργασίας και να ασκήσει αριστερή και ανθρωποκεντρική πολιτική με περισσότερους βαθμούς ελευθερίας σε σχέση με τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια ή αν θα ανακόψουμε την προοδευτική πορεία της χώρας. Στις εκλογές που θα ακολουθήσουν, όποτε κι αν γίνουν, θα ισχύσει η απλή αναλογική και τα μικρότερα κόμματα θα έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν με την παρουσία τους τόσο τον σχηματισμό κυβέρνησης όσο και την ασκούμενη πολιτική και αυτό μπορεί να αποβεί ωφέλιμο για μια κοινωνία που δεν έχει καλλιεργήσει την κουλτούρα συνεργασίας. Τώρα, όμως, το ζητούμενο είναι να μην χάσει η χώρα τη δυνατότητα να δημιουργηθεί προοδευτική κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ.
Κωνσταντίνος Γιαννέλος
Αναπληρωτής συντονιστής Οργάνωσης Μελών ΣΥΡΙΖΑ Άνω Κέντρου Θεσσαλονίκης